Γιορτή της Μητέρας

    Χρόνια Πολλά, μανούλα!

Με ευχές και κατασκευές οι μαθητές μας εξέφρασαν την αγάπη τους στη μοναδική Mανούλα!

Παραπάνω βλέπετε κατασκευή των μαθητών του Α1  με τη καθοδήγηση της δασκάλας τους κ. Τσιαγκλάνη Χριστίνας.

Τη μητέρα ως θέμα και πηγή έμπνευσης, εκτός από τους μαθητές μας, έχουν – είχαν και θα έχουν οι καλλιτέχνες από όλους τους χώρους:

η Μητέρα στην Τέχνη!

  • για τους ζωγράφους:
Π. Πικάσο, ¨Μητέρα και παιδί δίπλα σε συντριβάνι¨, 1901. Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης.
Π. Πικάσο, ¨Μητέρα και παιδί¨. 1902. Fogg Art Museum, Harvard University.
Π. Πικάσο, ¨Μητέρα και παιδί΄, 1921. The Alex L. Hillman Family Foundation, New York, NY.
 ο Ιακωβίδης απεικονίζει στα έργα του την στοργή την αγάπη και το ενδιαφέρον της για το παιδί της:
   
Poppy Field in Argenteuil  .Claude Monet, ?Poppy Field in Argenteuil,?  ? In this colorful oil painting, originally created in 1873, Claude Monet painted his wife and son strolling together among the poppies.
Le tre eta della donna (Mother and Child)  Gustav Klimt, ?Le tre eta della donna (Mother and Child), 에버트란? ? Mother and Child is part of Klimt?s famous oil painting Three Ages of Woman. The painting depicts an image of a mother cradling her young son. The original was created in 1905, three years after the death of Klimt?s baby son, Otto.
The Monet Family in Their Garden, by Edouard Manet. 1874 Edouard Manet, The Monet Family in Their Garden, by . 1874
Young Mother Sewing, by Mary Cassatt. 1900Mary Cassatt, ¨Young Mother Sewing¨, 1900
Children?s Afternoon At Wargemont, by Pierre Auguste Renoir. 1884 Pierre Auguste Renoir, ¨Children?s Afternoon At Wargemont¨, 1884
   
  • για τους λογοτέχνες:

ΑBBAS MAHMOUD AL AKKAD

¨Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΛΕΓΕ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΑΝΤΑ¨

Η μάνα μου, μού είπε ψέματα οχτώ φορές. Αυτή η ιστορία ξεκινάει με τη γέννηση μου-ήμουν μοναχογιός μιας οικογένειας πολύ φτωχής.

Δεν είχαμε ούτε τα απαραίτητα για να καλύψουν τις ανάγκες μας. Όταν καμιά φορά βρίσκαμε λίγο ρύζι για φαγητό η μάνα μου, μού έδινε το μερίδιό της και μου έλεγε, ενώ κένωνε το πιάτο της στο δικό μου:

Φάε αυτό το ρύζι παιδί μου, εγώ δεν πεινάω

Αυτό ήταν το πρώτο της ψέμα!

Όταν μεγάλωσα λίγο,η μάνα μου πήγαινε,αφού τελείωνε με τις δουλειές του σπιτιού, στο διπλανό ποτάμι για ψάρεμα,με τηνελπίδα να πιάσει ένα ψάρι για να με βοηθήσει  στην ανάπτυξη του σώματός μου-κι όταν μια φορά έπιασε δύο ψάρια,

Έτρεξε στο σπίτι και ετοίμασε το φαγητό και έβαλε τα δυο ψάρια μπροστά μου.   Εγώ άρχισα να τρώω το πρώτο ψάρι κι αυτή έτρωγε ότι περίσσευε από το κρέας και τα αγκάθια,Η καρδιά μου ράγισε γι` αυτήν, της έβαλα το δεύτερο ψάρι μπροστά της να το φάει  Αυτή όμως μου το επέστρεψε αμέσως λέγοντας:

Φάγε παιδί μου και το δεύτερο ψάρι. Δεν το ξέρεις ότι δεν μ` αρέσουν τα ψάρια.

Αυτό ήταν το δεύτερό της ψέμα Download windows 10 theme!

Όταν μεγάλωσα, έπρεπε να πάω σχολείο, αλλά λεφτά δεν είχαμε γι` αυτό. Η μάνα πήγε σε έναν έμπορα και έκλεισε μαζί του μια συμφωνία. Να γυρνάει στα σπίτια και να πουλάει τα ρούχα στις γυναίκες.Ένα βροχερό βράδυ η μάνα μου άργησε στη δουλειά της. Πήγα έξω στους γύρω δρόμους να τη βρω.Την βρήκα να κουβαλάει τα εμπορεύματα και να χτυπάει τις πόρτες.  Της φώναξα:μάνα ας επιστρέψουμε στο σπίτι,είναι πολύ αργά και κάνει πολύ κρύο. Μπορείς να συνεχίσεις τη δουλειά το πρωί.  Αυτή χαμογέλασε λέγοντας:

μα δεν είμαι κουρασμένη παιδί μου.

Αυτό ήταν το τρίτο της ψέμα!

Μια μέρα είχα τις εξετάσεις του τέλους της χρονιάς,η μάνα μου επέμενε να έρθει μαζί μου. Εγώ μπήκα στην τάξη,ενώ αυτή με περίμενε στον καυτό ήλιο.Όταν βγήκα με αγκάλιασε με στοργή και αγάπη και μου έδωσε ευχή για καλή επιτυχία. Μαζί της βρήκα ένα ποτήρι με κρύο χυμό,το ήπια μέχρι που ξεδίψασα. Παρόλο που η αγκαλιά της μάνας μου ήταν πιο κρύα και πιο ασφαλής. Ξαφνικά κοίταξα τη μάνα μου και είδα το πρόσωπό της να ιδρώνει από την πολλή ζέστη. Αμέσως της  έδωσα το ποτήρι λέγοντας: πιες μάνα.Αυτή μου απάντησε:

πιες εσύ παιδί μου, εγώ δεν διψάω Altulz YouTube.

Εκείνο ήταν το τέταρτο ψέμα που μου είπε!

Μετά το θάνατο του πατέρα μου έπρεπε να ζήσει ως χήρα και μάνα με όλες τις ευθύνες του σπιτιού.Τώρα πια έπρεπε αυτή να ικανοποιήσει όλες τις ανάγκες μας. Η ζωή μας έγινε πιο δύσκολη,υποφέραμε από πείνα. Ο θείος μου έμενε δίπλα μας,ήταν καλός άνθρωπος,μας βοηθούσε με όσα μπορούσε. Όταν οι γείτονες είδαν την κατάστασή μας,πρότειναν στη μάνα μου να ξαναπαντρευτεί έναν άντρα για να μας βοηθήσει,αφού ήταν ακόμα μικρή.Αυτή όμως απέρριψε την ιδέα λέγοντας τους:

Δεν έχω ανάγκη για αγάπη..

Εκείνο ήταν το πέμπτο της ψέμα!

Όταν τελείωσα τις σπουδές μου και αποφοίτησα από το πανεπιστήμιο,βρήκα μια δουλειά. Αρκετά καλή,και πίστεψα πως είχε έρθει η ώρα η μάνα μου να ξεκουραστεί  και να αναλάβω εγώ τα έξοδα του σπιτιού,Εκείνη τότε δεν είχε τη δυνατότητα να γυρνάει στα σπίτια να πουλάει τα ρούχα, Οπότε πήγαινε κάθε πρωί λίγα λαχανικά στην αγορά και τα πούλαγε.Όταν δεν ήθελε να εγκαταλείψει τη δουλειά, της αφιέρωσα ένα μερίδιο από το μισθό μου, Η μάνα μου πάλι δεν πήρε τα λεφτά και μου είπε:

Παιδί μου, κράτησε τα λεφτά σου,εγώ έχω λεφτά που μου φτάνουν.

Ήταν η έκτη φορά που μου είπε ψέματα!

Μαζί με τη δουλειά μου,συνέχισα τις σπουδές ώστε να πάρω και μεταπτυχιακό.Πέρασα και αυξήθηκε ο μισθός μου. Η εταιρία στην οποία δούλευα μου έδωσε την ευκαιρία για εργασία στη Γερμανία.Ένιωσα μεγάλη χαρά.Άρχισα να ονειρεύομαι μια καινούργια και ευτυχισμένη ζωή. Αφού ταξίδεψα και προετοίμασα το έδαφος, Επικοινώνησα με τη μάνα μου και την κάλεσα να έρθει να ζήσει μαζί μου. Αυτή όμως,δεν ήθελε να μ` ενοχλήσει,έτσι μου είπε:

Παιδί μου,εγώ δεν έχω συνηθίσει τη ζωή της πολυτέλειας.

Αυτό ήταν το έβδομο της ψέμα!

Η μάνα μου μεγάλωσε και εμφάνισε καρκίνο.Έπρεπε να είχε δίπλα της κάποιον για να την φροντίζει Download The Sims 2 Skins. Μα τι να κάνω που ήμουν πολύ μακριά;Άφησα λοιπόν τα πάντα και πήγα να την επισκεφτώ.Στο σπίτι μας την βρήκα καθηλωμένη στο κρεβάτι,αφού είχε εγχειριστεί. Όταν με είδε προσπάθησε να χαμογελάσει. Η καρδιά μου όμως είχε ραγίσει επειδή ήταν πολύ αδύνατη και πολύ αδύναμη.Δεν ήταν η μάνα μου που ήξερα. Τα κλάματα έτρεχαν από τα μάτια μου, Η μάνα μου προσπάθησε να με παρηγορήσει λέγοντας:

Μην κλαις παιδί μου,εγώ δεν πονάω.

Αυτό ήταν το όγδοό της ψέμα!

Κι αφού μου τα `πε αυτά,έκλεισε τα μάτια της και δεν τα άνοιξε ποτέ ξανά.

 

Νίκος  Καζαντζάκης    

«Η μάνα μου», (απόσπασμα από το «Αναφορά στο Γκρέκο»)

«Η μάνα μου, μια άγια γυναίκα. Με υπομονή, μ’ αντοχή κι όλη τη γλύκα της γης απάνω της. Όλοι από το αίμα της μάνας μου οι πρόγονοι ήταν χωριάτες. Σκυμμένοι στο χώμα, κολλημένοι στο χώμα, τα πόδια τους, τα χέρια τους, τα μυαλά τους γεμάτα χώματα. Αγαπούσαν τη γης και της εμπιστεύουνταν όλες τις ελπίδες. Είχαν γίνει, πάππου προς πάππου, ένα μαζί της. Στην αβροχιά, κοράκιαζαν κι αυτοί μαζί της, κι όταν ξεσπούσαν τα πρωτοβρόχια, τα κόκαλά τους έτριζαν και φούσκωναν σαν καλάμια. Κι όταν αλέτριζαν και χαράκωναν βαθιά την κοιλιά της με το γενί, ξαναζούσαν στα στήθια και στα μεριά τους την πρώτη νύχτα που κοιμήθηκαν με τη γυναίκα τους… 크로우즈제로 2.
Ποτέ δεν είχα δει τη μητέρα μου να γελάει, χαμογελούσε μόνο, και τα βαθουλά, μαύρα μάτια της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη. Πηγαινοέρχονταν σαν πνέμα αγαθό μέσα στο σπίτι, κι όλα τα πρόφταινε ανέκοπα κι αθόρυβα, σαν να ‘χαν τα χέρια της μια καλοπροαίρετη μαγική δύναμη, που κυβερνούσε με καλοσύνη την καθημερινή ανάγκη. Μπορεί και να ’ναι η νεράιδα συλλογιζόμουν κοιτάζοντάς την σιωπηλά, η νεράιδα που λεν τα παραμύθια, και κινούσε στο παιδικό μυαλό μου η φαντασία να δουλεύει: μια νύχτα ο πατέρας μου, περνώντας από τον ποταμό, την είδε να χορεύει στο φεγγάρι, χίμηξε, της άρπαξε το κεφαλομάντιλο, κι από τότε την έφερε σπίτι και την έκαμε γυναίκα του. Κι ολημέρα τώρα πάει κι έρχεται η μάνα μέσα στο σπίτι και ψάχνει να βρει το κεφαλομάντιλο, να το ρίξει στα μαλλιά της, να γίνει πάλι νεράιδα και να φύγει. Την κοίταζανα πηγαινοέρχεται, ν’ ανοίγει τα ντουλάπια και τις κασέλες, να ξεσκεπάζει τα πιθάρια, να σκύβει κάτω απ’ το κρεβάτι, κι έτρεμα μην τύχει και βρεί το μαγικό κεφαλομάντιλό της και γίνει άφαντη. Η τρομάρα αυτή βάσταξε χρόνια και λάβωσε βαθιά τη νιογέννητη ψυχή μου• κι ακόμα και σήμερα αποκρατάει μέσα μου πιο ανομολόγητη η τρομάρα ετούτη: παρακολουθώ κάθε αγαπημένο πρόσωπο, κάθε αγαπημένη ιδέα, με αγωνία, γιατί ξέρω πως ζητάει το κεφαλομάντηλό της να φύγει.

Οι ώρες που περνούσα με την μητέρα μου ήταν γεμάτες μυστήριο. Καθόμασταν ο ένας αντίκρα στον άλλο, εκείνη σε καρέκλα πλάι στο παράθυρο, εγώ στο σκαμνάκι μου, κι ένιωθα, μέσα στη σιωπή, το στήθος μου να γεμίζει και να χορταίνει, σαν να’ ταν ο αγέρας ανάμεά μας και βύζαινα.
Από πάνω μας ήταν η γαζία, κι όταν ήταν ανθισμένη, η αυλή μοσκομύριζε. Αγαπούσα πολύ τα ευωδάτα κίτρινα λουλούδια της, τά ’βαζε η μητέρα μου στις κασέλες και τα εσώρουχά μας, τα σεντόνια μας όλη μου η παιδική ηλικία μύριζε γαζία.
Μιλούσαμε, πολλές ήσυχες κουβέντες, πότε η μητέρα μου δηγόταν για τον πατέρα της, για το χωριό που γεννήθηκε, και πότε εγώ της στορούσα τους βίους των αγίων που είχα διαβάσει, και ξόμπλιαζα τη ζωή τους με την φαντασία μου• δε μ’ έφταναν τα μαρτύριά τους, έβαζα κι από δικού μου, ωσότου έπαιρναν τη μητέρα μου τα κλάματα, τη λυπόμουν, κάθιζα στα γόνατά της της χάδευα τα μαλλιά και την παρηγορούσα:
-Μπήκαν στον Παράδεισο, μητέρα, μη στενοχιωριέσαι, σεργιανίζουν κάτω από ανθισμένα δέντρα, κουβεντιάζουν με τους αγγέλους και ξέχασαν τα βάσανά τους. Και κάθε Κυριακή βάζουν χρυσά ρούχα, κόκκινα κασκέτα με φούντες και πάνε να κάμουν βίζιτα στο Θεό Cute ppt template free.
Κι η μητέρα σφούγγιζε τα δάκρυά της, με κοίταζε σα να μου έλεγε: «Αλήθεια λές;» και χαμογελούσε.

Και το καναρίνι, μέσα από το κλουβί του, μας άκουγε, σήκωνε το λαιμό και κελαηδούσε μεθυσμένο, ευχαριστημένο, σαν να’ χε κατέβει από τον Παράδεισο, σαν να’ χε αφήσει μια στιγμή τους αγίους κι ήρθε στη γής να καλοκαρδίσει τους ανθρώπους.
Η μητέρα μου, η γαζία, το καναρίνι, έχουν σμίξει αχώριστα, αθάνατα μέσα στο μυαλό μου• δεν μπορώ πια να μυρίσω γαζία, ν’ ακούσω καναρίνι, χωρίς ν’ ανέβει από το μνήμα της –από το σπλάχνο μου- η μητέρα μου και να σμίξει με τη μυρωδιά τούτη και με το κελάδημα του καναρινιού.

 

  • για τους ποιητές:
Νικηφόρος Βρεττάκος,  «Η μητέρα μου στην εκκλησία»
Άλλαξε τη μπόλια* της η μητέρα μου κι ετοιμάστηκε να πάει στην εκκλησία.

Καθαρή σαν αστέρι,παρόλα τα μαύρα της, κατεβαίνει τα πέτρινα

σκαλοπάτια κοιτάζοντας την ευγένεια του ήλιου

και τις άσπρες πορτοκαλιές. Δεν ξέρει η μητέρα μου

τι είναι ο ήλιος. Τον φαντάζεται αγάπη

που ανατέλλει στον ουρανό΄ δεν ξέρει η μητέρα μου.

Δεν ξέρει αν ήτανε Σάββατο χτες,

δεν ξέρει αν αύριο είναι Δευτέρα.

Ωστόσο τις μέρες τις γνωρίζει καλά.

Η Κυριακή μυρίζει βασιλικό

κι η φωνή της καμπάνας είναι γλυκιά.

Δεν ξέρει πώς γίνεται. Γύρω της όλα

φαίνονται φρέσκα, δείχνουν αλλιώς.

Γεώργιος Βιζυηνός,  

¨ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ¨

Πως να πειράξω την μητέρα  να κάμω να μου λυπηθεί,

που όλη νύχτα κι όλη μέρα  για το καλό μου προσπαθεί;

Αυτή στα στήθη τα γλυκά της με είχε βρέφος απαλό

με εκάθισε στα γόνατά της και μ έμαθε για να μιλώ.

Αυτή με τρέφει και με ντύνει, όλο το χρόνο που γυρνά

και δίπλα στη μικρή μου κλίνη, σαν αρρωστήσω ξαγρυπνά Download the ticket of yongho.

Αυτή σαν πέσω και χτυπήσω, φιλά, να γιάνει η πληγή.

Αυτή τι πρέπει να αφήσω και τι να κάμω με οδηγεί.

Πως το λοιπον τέτοια μητέρα να κάμω να μου λυπηθεί.

που όλη νύχτα κι όλη μέρα, για το καλό μου προσπαθεί;

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ,

 «Ο αποχαιρετισμός της μάνας»

Μισεύεις για την ξενιτιά και μένω μοναχή μου,

σύρε παιδί μου στο καλό και σύρε στην ευχή μου.

Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,

για χάρη σου ν ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.

Τα δάκρυά μου να γεννούν διαμάντια σ ό,τι αγγίζεις

και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίζεις.

Να πίνεις και να ξεδιψάς και να ναι αυτό γεμάτο,

σα να ?ναι η βρύση από ψηλά κι εσύ να ?σαι από κάτω.

Εκεί, παιδί μου, που θα πας, στα μακρινά τα ξένα,

δίχτυα πολλά κι οξόβεργες θα στήσουνε για σένα.

Παιδί μου, αν εμένανε πάψεις να με θυμάσαι,

με δίχως βαρυγκώμηση συχωρεμένος να σαι.

Κι αν πάλι το φτωχό καλύβι μας, ντροπή σου φέρνει,

ωστόσο και πάλι θα μαι πρόθυμη, συχώρεση να δώσω.

Μ αν την πατρίδα απαρνηθείς που τη λατρεύουμε όλοι,

να ναι η ζωή σου, όπου κι αν πας, αγκάθια και τριβόλοι.

 

Κική Δημουλά,

 «Το μικρό μου παιδί»

Το μικρό μου παιδί

σοβαρή αταξία έκανε πάλι 윈도우 미디어플레이어 11.

Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,

σκούντησε με το χέρι του

το κρεμασμένο

στον τοίχο τ ουρανού

κόκκινο πιάτο,

κι έχυσε όλο το φως επάνω του.

Ο Θεός απόρησε

που είδε τον ήλιο

ντυμένο ρούχα παιδικά

να κατεβαίνει τρέχοντας

της φαντασίας μου τη σκάλα

και να έρχεται σε μένα.

Κι εγώ κάθομαι τώρα

και μαλώνω αυστηρά

το μικρό μου παιδί,

ενώ κλέβω κρυφά

τον χυμένο επάνω του ήλιο.

 

Ιωάννης Πολέμης,  

«Η Μάννα»

Ο Δήμος ο σκληρόκαρδος

με χέρια αφορεσμένα,

κτυπά και δέρνει αλύπητα

τη μάννα που τον γέννα.

Ως που μια μέρα η δύστυχη,

μες του καημού το βάρος,

πικρά τον καταράστηκε:

– Που να σε κόψει ο Χάρος!

Το λόγο δεν απόσωσε

να κι η κατάρα πιάνει,

να τον κι ο Χάρος πούρχεται

με κοφτερό δρεπάνι.

Τα κόκκαλά του τρίζουνε

τα μάτια αλλοιθωρίζουν,

τα παγωμένα χνώτα του

του λιβανιού μυρίζουν.

– Κυρά, το Χάρο εφώναξες;

εμένα λένε Χάρο

πούναι τον, μάννα, πούναι τον

το γυιο σου να τον πάρω;

– Παράκουσες, κυρ Χάροντα,

μα τη ζωή του Δήμου!

Εγώ για μένα σ έκραξα,

όχι για το παιδί μου!

 

Γιάννης Ρίτσος,

[Η μητέρα μου] (από τον Ορέστη)

«Κι η φωνή της μητέρας, πόσο σύγχρονη, καθημερινή, σωστή, –

μπορεί να προφέρει φυσικά τα πιο μεγάλα λόγια

ή και τα πιο μικρά, στην πιο μεγάλη σημασία τους, όπως:

μια πεταλούδα μπήκε απ το παράθυρο,

ή: ο κόσμος είναι ανυπόφορα υπέροχος,

ή θα χρειαζόταν πιότερο λουλάκι στις λινές πετσέτες,

ή  μου διαφεύγει μια νότα απ΄αυτήν την ευωδιά της νύχτας,

και γελάει, ίσως για να προλάβει κάποιον που μπορούσε να γελάσει

Αυτή η βαθιά της κατανόηση κι η τρυφερή επιείκεια

για όλους και για όλα (σχεδόν μια περιφρόνηση), –

τη θαύμαζα πάντα και την τρόμαζα

μ αυτή την ενσυνείδητη, υψηλή περηφάνια της,

αναμιγνύοντας το μικρό, πονηρό, πολυδιάστατο γέλιο της,

με το μικρό κρότο του σπίρτου και τη φλόγα του σπίρτου,

καθώς άναβε την λάμπα της τραπεζαρίας,

κ  ήταν εκεί, φωτισμένη απ τα κάτω,

μ εντοπισμένο πιο ισχυρό το φωτισμό το ευθύγραμμο πηγούνι της

και στα λεπτά, παλλόμενα ρουθούνια της, που για λίγο

σταματούσαν ν ΄ ανασαίνουν και στένευαν

σαν για να μείνει κοντά μας, να σταθεί, ν? ακινητήσει

μη διαλυθεί σα μια στήλη γαλάζιος καπνός στις πνοές της νύχτας,

μην την πάρουν τα δέντρα με τα μακριά κλαδιά τους, μη φορέσει

τη δαχτυλήθρα ενός άστρου για ένα απέραντο εργόχειρο

Έτσι έβρισκε πάντα η μητέρα την πιο ακριβή της κίνηση και στάση

ακριβώς τη στιγμή της απουσίας της,  πάντα φοβόμουνα

μήπως χαθεί απ Download the football game? τα μάτια μας, μήπως αναληφθεί καλύτερα, –

όταν έσκυβε να δέσει το σανδάλι της που άφηνε απ? έξω τα υπέροχα

βαμμένα, κυκλαμένια νύχια της ή όταν διόρθωνε

τα μαλλιά της μπροστά στο μεγάλο καθρέφτη με μια κίνηση

της παλάμης της τόσο χαριτωμένη, νεανική κι ανάλαφρη

σα να μετακινούσε   τέσσερα αστέρια στο μέτωπο του κόσμου,

σα να βαζε να φιληθούν δυο μαργαρίτες πλάι στην κρήνη

ή σα να κοίταζε με τόλμη στοργική δυο σκυλιά

να κάνουν έρωτα καταμεσίς του σκονισμένου δρόμου

σ ένα καυτό, θερινό μεσημέρι.

Τόσο απλή και πειστική ήταν η μητέρα,

επιβλητική κι ανεξερεύνητη.» []

(Γ. Ρίτσος, Ορέστης, Τέταρτη διάσταση, εκδ. Κέδρος)

 

  • για τους γλύπτες:

Γλυπτά αφιερωμένα στη μητέρα:

Τίτλος έργου: Μητέρα
Θέση: Πλατεία Έλενας Βενιζέλου (έναντι Μαιευτηρίου «Έλενα»)
Έτος Κατασκευής: 1955
Υλικό Κατασκευής: Μάρμαρο
Καλλιτέχνης: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

 

Τίτλος έργου: Θηλάζουσα Μητέρα
Θέση: Είσοδος Νοσοκομείου Παίδων «Π. & Α.Κυριακού»
Έτος Κατασκευής: Αχρονολόγητο
Υλικό Κατασκευής: Ορείχαλκος
Καλλιτέχνης: Βασίλης Κάρλος
  • για τους τραγουδοποιούς:

  • Μάνα- Γιάννης Κότσιρας: https://youtu.be/F38gK8Uz9Mc?t=148
  • Μαμά- Βασίλης Παπακωνσταντίνου: https://youtu.be/WRKseTy1gGc
  • Μαμά γερνάω- Τάνια Τσανακλίδου: https://youtu.be/MZ1A55fUmB4
  • Μητέρα, φίλη μου παλιά-Χάρις Αλεξίου: https://www.youtube.com/watch?v=Q9xWgO_yI1M

 

  •              Ιστορικό:

 

Στην αρχαία Ελλάδα, συναντάμε την πρώτη μορφή εορτασμού της Μητέρας, μια γιορτή ανοιξιάτικη, αφιερωμένη στη Θεά Γαία (Μητέρα Γη), μητέρα των θεών και των ανθρώπων.

Τη γιορτή αυτή διαδέχθηκε η γιορτή η αφιερωμένη στην κόρη της Γαίας, τη Ρέα, σύζυγο του Κρόνου και  Μητέρα του Δία.

Στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, συναντάμε τη Γιορτή της Μητέρας ως γιορτή αφιερωμένη στη Θεά Κυβέλη, που γινόταν κάθε Μάρτιο.

Στην Αγγλία του 15ου-16ου αι. μ.Χ., γιορταζόταν η «Mothering Sunday», δηλαδή η «Κυριακή της Μητέρας», την 4η Κυριακή της Σαρακοστής, και ήταν αφιερωμένη στις μητέρες. Εκείνη τη μέρα όλοι οι υπηρέτες έπαιρναν από τα αφεντικά τους μία μέρα άδεια, για να επισκεφτούν τα σπίτια τους και να περάσουν την μέρα τους μαζί με τις μητέρες τους.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στις αρχές του 20ού αιώνα, η δασκάλα Άννα Τζάρβις (Anna Jarvis) από τη Φιλαδέλφεια, αγωνίστηκε για την καθιέρωση της Γιορτής της Μητέρας, τη 2η Κυριακή του Μαΐου Download Extreme 3. Ήθελε να τιμήσει τη μητέρα της που αγωνίστηκε για τη συμφιλίωση Νοτίων και Βορείων Αμερικανών μετά τη λήξη του Αμερικανικού Εμφυλίου πολέμου το 1864. Οι αγώνες της Άννας Τζάρβις δικαιώθηκαν το 1914, όταν το Κογκρέσο όρισε την επίσημη εθνική Γιορτή της Μητέρας.

Στην Ελλάδα, γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Γιορτή της Μητέρας στις 2 Φεβρουαρίου του 1929, για να συνδυαστεί η Γιορτή αυτή με τη χριστιανική γιορτή της Υπαπαντής.   Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η γιορτή μεταφέρθηκε την  2η Κυριακή του Μαΐου.

Η Μάνα όμως γιορτάζει κάθε μέρα και κάθε στιγμή, όπως η  αγάπη της που προσφέρεται κάθε ώρα και κάθε στιγμή.

Ανθοδέσμες, γλάστρες, σοκολατάκια είναι ασήμαντα δώρα μπροστά σε ένα φιλί και μια σφιχτή αγκαλιά που θα δίνουμε κάθε μέρα στη μάνα μας. Η αγάπη είναι το μεγαλύτερο δώρο!